Τι σημαίνει το work out στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης work out στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του work out στο Αγγλικά.
Η λέξη work out στο Αγγλικά σημαίνει ασκούμαι, γυμνάζομαι, καταλαβαίνω, αντιλαμβάνομαι, επιλύω, λύνω, υπολογίζω, λύνω, καταλαβαίνω, άνεργος. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης work out
ασκούμαι, γυμνάζομαιphrasal verb, intransitive (exercise) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) We're going to the gym to work out this afternoon. Θα πάμε στο γυμναστήριο το απόγευμα να γυμναστούμε. |
καταλαβαίνω, αντιλαμβάνομαι, επιλύω, λύνωphrasal verb, transitive, separable (solve) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) I'm still trying to work out this last crossword clue. Ακόμα προσπαθώ να καταλάβω αυτό τον τελευταίο ορισμό στο σταυρόλεξο. |
υπολογίζωphrasal verb, transitive, separable (informal (calculate) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) I finally worked out my income taxes, and now I have to send the government a check. Υπολόγισα επιτέλους τον φόρο εισοδήματος και τώρα θα πρέπει να στείλω μια επιταγή στο κράτος. |
λύνωphrasal verb, transitive, separable (informal (resolve) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) They have a lot of problems to work out with their marriage. Things are very hostile between management and the union; it isn't clear how they will work out this dispute. Πρέπει να λύσουν πολλά προβλήματα στον γάμο τους. |
καταλαβαίνωphrasal verb, transitive, separable (informal (understand [sb]) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Marc is a moody character; I can't work him out. |
άνεργοςadjective (jobless) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) The closing of the tin mines left many men out of work. Το κλείσιμο των ορυχείων κασσίτερου δημιούργησε πολλούς ανέργους. |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του work out στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του work out
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.