Τι σημαίνει το sham στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης sham στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του sham στο Αγγλικά.

Η λέξη sham στο Αγγλικά σημαίνει ψέμα, απατεώνας, απατεώνισσα, πλαστός, ψεύτικος, προσποιούμαι, προσποιούμαι, παριστάνω, μαξιλαροθήκη, που έλαβε εικονική θεραπεία. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης sham

ψέμα

noun (fake, pretence)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
James said he was too ill to go to work, but it was just a sham; he wanted the day off to go to the beach.
Ο Τζέιμς είπε ότι ήταν πολύ άρρωστος για να πάει στη δουλειά, αλλά αυτό δεν ήταν παρά ένα ψέμα. Ήθελε να έχει τη μέρα ελεύθερη για να πάει στην παραλία.

απατεώνας, απατεώνισσα

noun (impostor)

(ουσιαστικό αρσενικό, ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού και θηλυκού γένους. Αναφέρονται αμφότερα καθώς ο ξενόγλωσσος όρος αναφέρεται και στα δύο γένη.)
The presenter of that TV diet programme claims to have a doctorate in nutrition, but really she's a sham; she bought the certificate online!
Η παρουσιάστρια εκείνου του τηλεοπτικού προγράμματος με θέμα τις δίαιτες ισχυρίζεται πως έχει διδακτορικό στη διατροφολογία, αλλά στην πραγματικότητα είναι απατεώνισσα. Αγόρασε το πτυχίο από το διαδίκτυο!

πλαστός, ψεύτικος

adjective (fake)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
It didn't take the panel long to see through the candidate's sham credentials.
Η επιτροπή δεν άργησε να καταλάβει πως τα πτυχία του υποψηφίου ήταν πλαστά.

προσποιούμαι

intransitive verb (feign [sth])

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
James isn't really ill - he's just shamming.
Ο Τζέιμς δεν είναι πραγματικά άρρωστος. Απλά προσποιείται.

προσποιούμαι, παριστάνω

transitive verb (fake, feign) (κτ ή ότι είμαι κάτι)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Alison is shamming illness to get out of the meeting.
Η Άλισον προσποιείται ότι είναι άρρωστη για να γλυτώσει τη συνάντηση.

μαξιλαροθήκη

noun (US (decorative pillow cover) (διακοσμητική)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

που έλαβε εικονική θεραπεία

adjective (given a placebo)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του sham στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.