Τι σημαίνει το dr στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης dr στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του dr στο Αγγλικά.

Η λέξη dr στο Αγγλικά σημαίνει Δρ., Δρ, γιατρός, δόκτωρ, διδάκτωρ, δόκτορας, παραποιώ, ειδικός, ασκώ την ιατρική, γιατρεύω, φτιάχνω, επισκευάζω, αλλάζω, στειρώνω, Δόκτωρ Τζέκιλ και Κύριος Χάιντ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης dr

Δρ., Δρ

noun (written, abbreviation (Doctor: title) (σντμ: δόκτωρ)

(ουσιαστικό αρσενικό/θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού ή θηλυκού γένους, π.χ. ο/η μηχανικός, ο/η δικηγόρος κλπ.)

γιατρός

noun (medical professional)

(ουσιαστικό αρσενικό/θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού ή θηλυκού γένους, π.χ. ο/η μηχανικός, ο/η δικηγόρος κλπ.)
My husband is sick: he needs to see a doctor.
Ο άντρας μου είναι άρρωστος. Πρέπει να δει γιατρό.

δόκτωρ

noun (term of address: Doctor) (κάτοχος διδακτορικού)

(ουσιαστικό αρσενικό/θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού ή θηλυκού γένους, π.χ. ο/η μηχανικός, ο/η δικηγόρος κλπ.)
Our next speaker is Doctor Roberts. Good afternoon, Doctor Jones. Can you give me something for the pain, Doctor?
Μπορείτε να μου δώσετε κάτι για τον πόνο, γιατρέ;

διδάκτωρ, δόκτορας

noun (holder of PhD, etc.)

(ουσιαστικό αρσενικό/θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού ή θηλυκού γένους, π.χ. ο/η μηχανικός, ο/η δικηγόρος κλπ.)
Nadia became a doctor when she gained a PhD in political science.
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Ο πατέρας μου είναι διδάκτωρ (or: δόκτορας) των Πολιτικών Επιστημών.

παραποιώ

transitive verb (falsify)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
The defendant was accused of doctoring the evidence before the police took it away.
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Τον κατηγόρησαν ότι δωροδοκήθηκε και μαγείρεψε τα στοιχεία.

ειδικός

noun (slang, figurative (expert)

The computer doctor came by and fixed the problem.
ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Ήρθε ο γιατρός και μας έφτιαξε τον υπολογιστή.

ασκώ την ιατρική

intransitive verb (dated (act as a doctor)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
He has been doctoring for three years now.

γιατρεύω

transitive verb (dated (treat medically)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
He doctored the patient back to full health.

φτιάχνω, επισκευάζω

transitive verb (slang, figurative (fix)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Try to doctor that device into working again by noon.

αλλάζω

transitive verb (slang, figurative (alter)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Let me doctor the display a little to make it appear better.

στειρώνω

transitive verb (UK (castrate)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Yes, we need to get our two dogs doctored soon.

Δόκτωρ Τζέκιλ και Κύριος Χάιντ

noun (figurative (person: alternately good, evil)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
I'll never marry him! In public, he's Dr. Jekyll, but behind closed doors, he's Mr. Hyde.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του dr στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.