Τι σημαίνει το dinner στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης dinner στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του dinner στο Αγγλικά.

Η λέξη dinner στο Αγγλικά σημαίνει βραδινό, φαγητό, γεύμα, μετά το δείπνο, δείπνο γενεθλίων, χριστουγεννιάτικο γεύμα, χριστουγεννιάτικο τραπέζι, φαγητό και σινεμά, φαγητό και ταινία, καμπανάκι δείπνου, πιρούνι φαγητού, βραδινό σακάκι, μαχαίρι φαγητού, τραπεζοκόμος, μενού για το δείπνο, τραπέζι, χαλαρός, ευχάριστος, φιλικός, πιάτο φαγητού, σετ με πιάτα και μαχαιροπήρουνα, τραπέζι φαγητού, χώρος διασκέδασης με παράσταση και φαγητό, χάλι, τρώω βραδινό, επίσημο δείπνο, φιλανθρωπικό δείπνο, τρώω βραδυνό, τραπέζι ρεφενέ, απεριτίφ, δείπνο μετά την πρόβα γάμου, ψητό κρέας με λαχανικά, σχολικό γεύμα, καθιστό δείπνο, καθιστό γεύμα, μου κόβεται η όρεξη. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης dinner

βραδινό

noun (US & UK (evening meal) (καθομιλουμένη)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
What's for dinner tonight?
Τι έχουμε για δείπνο απόψε;

φαγητό

noun (UK (midday meal) (ευρύτερα, καθομιλουμένη)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
I prefer my daughter to have a hot dinner rather than take a packed lunch to school.
Προτιμώ η κόρη μου να φάει ζεστό φαγητό απ' το να πάρει κολατσιό στο σχολείο.

γεύμα

noun (banquet)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
They're holding a dinner in honour of the company's president.
Παραθέτουν γεύμα (or: δείπνο) προς τιμή του προέδρου της εταιρείας.

μετά το δείπνο

adjective (speech, etc.: following dinner)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

δείπνο γενεθλίων

noun (meal to celebrate birthday)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
All the family turned up for our mother's birthday dinner.

χριστουγεννιάτικο γεύμα, χριστουγεννιάτικο τραπέζι

noun (festive meal)

φαγητό και σινεμά, φαγητό και ταινία

noun (informal, US (entertainment: meal and cinema)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Our first date was very traditional -- dinner and a movie.

καμπανάκι δείπνου

noun (signal: dinnertime)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
The maid rang the dinner bell to summon the guests to the dining room.
Η υπηρέτρια χτύπησε το καμπανάκι του δείπνου, προκειμένου οι προσκεκλημένοι να συγκεντρωθούν στην τραπεζαρία.

πιρούνι φαγητού

noun (eating utensil)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
Dinner forks are always bigger than dessert forks.
Τα πιρούνια φαγητού είναι, πάντα, μεγαλύτερα από τα πιρουνάκια για το επιδόρπιο.

βραδινό σακάκι

noun (man's evening jacket)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Henry was wearing a dinner jacket and tie.

μαχαίρι φαγητού

noun (eating utensil)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
My sister holds her dinner knife in her left hand.
Η αδερφή μου κρατάει το μαχαίρι του φαγητού στο αριστερό της χέρι.

τραπεζοκόμος

noun (informal (woman who serves school food)

(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.)

μενού για το δείπνο

noun (dishes served in the evening)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
This restaurant's dinner menu is more extensive, but the lunch menu has smaller servings.

τραπέζι

noun (social gathering over evening meal) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
Hyacinth has invited the vicar and his wife to a dinner party.
Η Υακίνθη κάλεσε τον εφημέριο και τη γυναίκα του για να τους κάνει το τραπέζι.

χαλαρός, ευχάριστος, φιλικός

noun as adjective (relating to social dining event)

(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό)
She is an expert at polite dinner-party conversation.

πιάτο φαγητού

noun (large plate for main course)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
Salad is served on a salad plate and the main course on a dinner plate.

σετ με πιάτα και μαχαιροπήρουνα

noun (set of crockery and cutlery)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
The wedding gifts included a dinner service for twelve.

τραπέζι φαγητού

noun (table where meals are eaten)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)
My mother always told me not to scratch myself at the dinner table.

χώρος διασκέδασης με παράσταση και φαγητό

noun (US (entertainment: meal and a show)

(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.)
We recently saw Cabaret at a dinner theater where the food was more lively than the performers.

χάλι

noun (UK, figurative, slang (mess, failure)

(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.)

τρώω βραδινό

verbal expression (have evening meal)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
We usually eat dinner around 7 pm.

επίσημο δείπνο

noun (banquet, sophisticated meal)

φιλανθρωπικό δείπνο

noun (charity banquet)

I need to sell as many tickets as possible for the charity's fundraising dinner.

τρώω βραδυνό

(eat evening meal)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
I think the whole family should have dinner together at least once a week.

τραπέζι ρεφενέ

noun (US (meal: guests bring food)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
Joe brought grilled hotdogs to the potluck party, and I brought dessert.

απεριτίφ

noun (often plural (alcoholic drink before meal)

(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.)

δείπνο μετά την πρόβα γάμου

noun (US (celebratory pre-wedding meal)

(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.)
They held the rehearsal dinner at the bridegroom's family home.

ψητό κρέας με λαχανικά

noun (meal of roasted meat and vegetables)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

σχολικό γεύμα

noun (meal served at educational institution)

καθιστό δείπνο, καθιστό γεύμα

noun (formal meal) (όχι μπουφές)

μου κόβεται η όρεξη

transitive verb (appetite: ruin by eating [sth] else)

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Don't let the children eat candy this afternoon; they'll spoil their dinner.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του dinner στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Σχετικές λέξεις του dinner

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.