Que signifie be dans Grec?

Quelle est la signification du mot be dans Grec? L'article explique la signification complète, la prononciation ainsi que des exemples bilingues et des instructions sur la façon d'utiliser be dans Grec.

Le mot be dans Grec signifie αγενής, απρεπής, οικείος, καταραμένος, χαρισματικός, οικονόμος, αβέβαιος, φιλικός, ακατανόητος, ανυπόφορα, αφόρητα, χρόνια, επιτυχία, ρίμα, ομοιοκαταληξία, υπηρεσία, επιστροφή, ταραχή, αναστάτωση, μπίμποπ, κέφι, επιθανάτια αγωνία, καταλαβαίνω, αναγεννημένος, καλύτερα, αισθητά, ορατά, εμφανώς, μακρινά, δεσμός, αστείρευτη πηγή, εχεμύθεια, εμπιστευτικότητα, εργαζόμενο κορίτσι, απαιτούμενη από το νόμο ηλικία, εξοκέλλω, ξεβράζω, συνοδεύω, μακριά από κπ/κτ, στρατηγικά, ζευγάρι, μπελάς, δυσκολεύω, μπερδεύω, βυθίζω, κορυφαίος, καίω, ύψη, κοντινός, γοητευτικός, που βρομάει, προς το δράμα, αφόρητα, επιτομή, πυρετός, σχετικά με, -, χαραμίζομαι, κατατάσσω, τοποθετώ, τυχερός, ακριβής, επιθετικός, ανεξέλεγκτος, που έχει ναυτία, χαρούμενος, ανυπόμονος, βρομερός, ανοιχτοχέρης, ανοικτοχέρης, απλοχέρης, παλαιομοδίτικος, αναχρονιστικός, παλιακός, ξεπερασμένος, άτυχος, ταιριαστός, ακριβής, που δεν είναι ευπροσάρμοστος, ιερός, κατάλληλα, ορθά, σωστά, σε μειονεκτική θέση, σε αντιπαράθεση, στο όριο, σε εγρήγορση, με προϋπολογισμό, γραφικά, προσβλητικά, καυγαδίζω, τσακώνομαι, υπό κατασκευή, φίλος, φίλη, αντοχή στο χρόνο, οδύνη, πνευματικό δημιούργημα, πνευματικό παιδί, πνευματικό τέκνο, σπάνιο φαινόμενο, κπ που βγάζει πολλά λεφτά, αντικίνητρο, αμόκ, που ξοδεύει, παραγγελία, κακή επιρροή, κινητήρια δύναμη, κοινή συμφωνία, κοινή αποδοχή, αναπόσπαστο κομμάτι, ράκος, πολιτικός, τσαντίλας, κοινή πρακτική, συχνή αιτία, κοινή αιτία, πρωΐνή βάρδια, ωραίος, διασκεδαστικός, τυπική καλλονή, καθοριστικός παράγοντας, αποφασιστικός παράγοντας. Pour en savoir plus, veuillez consulter les détails ci-dessous.

Écoutez la prononciation

Signification du mot be

αγενής, απρεπής

C'est une chose impolie à dire.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Είναι αγένεια να μασάς με ανοιχτό το στόμα.

οικείος

(endroit, secret, relation,...)

Το εστιατόριο ήταν μικρό και είχε ένα ζεστό περιβάλλον.

καταραμένος

χαρισματικός

Les stars de cinéma sont souvent naturellement charismatiques.
Οι αστέρες του σινεμά συχνά είναι χαρισματικοί από τη φύση τους.

οικονόμος

(personne : familier)

αβέβαιος

(événement, temps,...)

φιλικός

(un peu familier)

Kate est sympa avec tous ses collègues.

ακατανόητος

ανυπόφορα, αφόρητα

χρόνια

επιτυχία

Le projet fut un succès car le client était content.
Το εγχείρημα στέφθηκε με επιτυχία μιας και ο πελάτης έμεινε ευχαριστημένος.

ρίμα, ομοιοκαταληξία

ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Η ομοιοκαταληξία χρησιμοποιείται συχνά στην ποίηση.

υπηρεσία

επιστροφή

Ce film rappelle les westerns des années 50.

ταραχή, αναστάτωση

L'agitation de Carl était évidente tant il faisait les cent pas dans le couloir.

μπίμποπ

(anglicisme) (είδος τζαζ)

κέφι

επιθανάτια αγωνία

(σπάνιο)

L'agonie de l'animal a diminué petit à petit.

καταλαβαίνω

αναγεννημένος

(Christianisme) (πνευματικά)

καλύτερα

Ne t'en fais pas, tu es mieux sans lui.
Μην ανησυχείς, είσαι καλύτερα χωρίς αυτόν. Θα είσαι καλύτερα αν απλώς την αγνοήσεις.

αισθητά, ορατά, εμφανώς

μακρινά

δεσμός

(amoureux)

Notre relation est solide.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Έχουμε σχέση τρία χρόνια και σχεδιάζουμε να παντρευτούμε.

αστείρευτη πηγή

(figuré) (μεταφορικά)

Ο Μπιλ είναι μια αστείρευτη πηγή πληροφοριών για την τοπική ιστορία.

εχεμύθεια, εμπιστευτικότητα

εργαζόμενο κορίτσι

Και οι πέντε κόρες μου εργάζονται τώρα.

απαιτούμενη από το νόμο ηλικία

εξοκέλλω

Τα ψαροκάικα εξόκειλαν, όταν υποχώρησαν τα νερά.

ξεβράζω

L'équipage a échoué le bateau et est descendu à terre.
Η φάλαινα ξεβράστηκε σε μια ακτή στη Σκωτία.

συνοδεύω

(nourriture)

J'ai commandé des patates douces pour accompagner mon steak.
Οι ομελέτες μας συνοδεύονται από σαλάτα ή πατάτες τηγανιτές.

μακριά από κπ/κτ

Ils ont vécu séparément pendant des années : elle à Madrid et lui à Washington.
Έζησαν χωριστά για χρόνια. Αυτή ήταν στη Μαδρίτη κι αυτός στην Ουάσινγκτον.

στρατηγικά

ζευγάρι

(συζυγική ή ερωτική σχέση)

Jean et Margot forment un couple uni.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Είστε μαζί εσείς οι δύο;

μπελάς

(personne)

ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Αυτός ο τύπος πάντα φέρνει προβλήματα. Είναι αληθινός μπελάς. Μην βγεις μαζί της... έχει παντρευτεί και χωρίσει 5 φορές! Είναι μπελάς!

δυσκολεύω, μπερδεύω

(familier)

La troisième question du test m'a complètement collé.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Η τρίτη ερώτηση στο τεστ πραγματικά με ζόρισε.

βυθίζω

Un violent orage a coulé le bateau.

κορυφαίος

(familier)

καίω

(με έντονη φλόγα)

Η φωτιά έκαιγε μέσα στο σκοτάδι.

ύψη

Δεν θα ανέβω στην κορυφή του βουνού· δεν μου αρέσουν τα ύψη.

κοντινός

(proche de l'original)

C'est une fidèle reproduction de l'original.

γοητευτικός

(το άτομο)

L'homme qu essayait de draguer au bar trouvait clairement qu'il était vraiment charmant (or: qu'il savait y faire).
Ο τύπος που προσπαθούσε να πιάσει την κουβέντα σε γυναίκες στο μπαρ προφανώς πίστευε ότι είναι πολύ γοητευτικός.

που βρομάει

Quelle odeur nauséabonde !

προς το δράμα

αφόρητα

επιτομή

(μεταφορικά)

Elizabeth est l'incarnation même du bon goût : chez elle, tout est magnifique du sol au plafond.

πυρετός

(μεταφορικά)

σχετικά με

(sujet)

Cette présentation est sur (or: traite de) la révolution française et les changements qui en ont découlé.

-

John s'est dépêché, pensant qu'il était en retard.
Περπατάει κιόλας το μωρό; // Ο Τζον βιάστηκε νομίζοντας ότι έχει αργήσει. // Άκουσα την Έρικα να φτερνίζεται στο διπλανό δωμάτιο.

χαραμίζομαι

(changement de sujet)

Il ne la comprend pas : il ne se rend pas compte de ses qualités.
ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Χαραμίζεται μαζί του· εκείνος δεν εκτιμά τα καλά στοιχεία της.

κατατάσσω

(participant) (διαγωνιζόμενο)

τοποθετώ

(une histoire)

Helena situe son histoire durant la Deuxième Guerre mondiale.

τυχερός

J'ai de la chance de t'avoir rencontrée.
Είμαι πολύ τυχερός που σε γνώρισα.

ακριβής

Le témoin donna à la police une description précise du suspect.
Ο μάρτυρας έδωσε στην αστυνομία μια ακριβή περιγραφή του υπόπτου.

επιθετικός

ανεξέλεγκτος

που έχει ναυτία

Evelyn a eu le mal de mer sur le bateau.

χαρούμενος

ανυπόμονος

Les enfants étaient assis là, émerveillés, pendant qu'il racontait l'histoire.
Τα παιδιά κάθονταν ανυπόμονα ενώ τους έλεγε την ιστορία.

βρομερός

(familier) (καθομ: για οσμή)

ανοιχτοχέρης, ανοικτοχέρης, απλοχέρης

παλαιομοδίτικος, αναχρονιστικός, παλιακός, ξεπερασμένος

άτυχος

Vous n'avez pas de chance : il n'y a plus de billets.
Φοβάμαι ότι ατύχησες, δεν έχουν μείνει εισιτήρια.

ταιριαστός

(personne)

La vieille dame n'avait jamais pensé qu'elle trouverait un compagnon aussi bien assorti.

ακριβής

(familier)

που δεν είναι ευπροσάρμοστος

Chris a ses petites habitudes : il n'aime pas essayer des choses nouvelles.

ιερός

κατάλληλα, ορθά, σωστά

Ma prof, Madame Revêche, porte bien son nom : elle ne sourit jamais.

σε μειονεκτική θέση

Θα είσαι σε μειονεκτική θέση αν δεν ξέρεις μια άλλη γλώσσα.

σε αντιπαράθεση

στο όριο

σε εγρήγορση

Il faut être réactif pour dénicher les meilleures affaires.

με προϋπολογισμό

γραφικά

(έμφαση στη γραφικότητα)

προσβλητικά

καυγαδίζω, τσακώνομαι

(figuré)

Ils sont à couteaux tirés.

υπό κατασκευή

(projet,...)

φίλος, φίλη

Elle a beaucoup d'amis.
Έχει πολλούς φίλους.

αντοχή στο χρόνο

Η αντοχή ενός θεσμού στον χρόνο δεν αποδεικνύει απαραίτητα ότι είναι και καλός.

οδύνη

(physique)

On pouvait voir sur le visage de la coureuse la douleur atroce qu'elle ressentait tandis qu'elle se tenait la cheville.

πνευματικό δημιούργημα, πνευματικό παιδί, πνευματικό τέκνο

(εφεύρεση, νέα ιδέα)

Το κομπιούτερ της Apple ήταν το πνευματικό δημιούργημα του Steve Jobs.

σπάνιο φαινόμενο

La politesse est rare de nos jours.

κπ που βγάζει πολλά λεφτά

αντικίνητρο

αμόκ

Οι καταναλωτές ήταν σε αμόκ όταν ξεκίνησαν οι εκπτώσεις.

που ξοδεύει

(χρήματα)

παραγγελία

(λόγω μη διαθεσιμότητας)

Si votre article n'est pas en stock, l'entreprise repassera une nouvelle commande pour vous.

κακή επιρροή

κινητήρια δύναμη

κοινή συμφωνία, κοινή αποδοχή

(άποψη των περισσότερων)

αναπόσπαστο κομμάτι

(με γενική)

L'ordinateur fait maintenant partie intégrante de notre entreprise.

ράκος

(figuré, péjoratif : personne) (από άγχος)

πολιτικός

Simpson a continué à avoir la politique dans le sang en étant actif dans le parti communiste.

τσαντίλας

(καθομιλουμένη)

κοινή πρακτική

Il est d'usage de parler à voix basse dans une bibliothèque.

συχνή αιτία, κοινή αιτία

Des maisons mal construites sont souvent à l'origine de procès.
Τα κακοκατασκευασμένα σπίτια αποτελούν συχνή αιτία για αγωγές.

πρωΐνή βάρδια

Le poste de jour commence à 5 h 30 du matin.

ωραίος, διασκεδαστικός

C'était toujours sympa d'aller faire de la voile avec la famille de mon cousin.

τυπική καλλονή

Δεν ήταν ακριβώς ωραία, αλλά είχε όμορφο χαμόγελο.

καθοριστικός παράγοντας, αποφασιστικός παράγοντας

Le beau jardin a joué un rôle décisif dans l'achat de la maison.

Apprenons Grec

Maintenant que vous en savez plus sur la signification de be dans Grec, vous pouvez apprendre à les utiliser à travers des exemples sélectionnés et à les lire. Et n'oubliez pas d'apprendre les mots connexes que nous suggérons. Notre site Web est constamment mis à jour avec de nouveaux mots et de nouveaux exemples afin que vous puissiez rechercher la signification d'autres mots que vous ne connaissez pas dans Grec.

Connaissez-vous Grec

Le grec est une langue indo-européenne, parlée en Grèce, en Asie mineure occidentale et du nord-est, en Italie du Sud, en Albanie et à Chypre. Il a la plus longue histoire enregistrée de toutes les langues vivantes, couvrant 34 siècles. L'alphabet grec est le système d'écriture principal pour écrire le grec. Le grec a une place importante dans l'histoire du monde occidental et du christianisme ; La littérature grecque antique a eu des œuvres extrêmement importantes et influentes sur la littérature occidentale, telles que l'Iliade et l'Odysseia. Le grec est aussi la langue dans laquelle de nombreux textes sont fondamentaux en sciences, notamment en astronomie, en mathématiques et en logique, et en philosophie occidentale, comme ceux d'Aristote. Le Nouveau Testament dans la Bible a été écrit en grec. Cette langue est parlée par plus de 13 millions de personnes en Grèce, à Chypre, en Italie, en Albanie et en Turquie.