Τι σημαίνει το şişmek στο τουρκικό;
Ποια είναι η σημασία της λέξης şişmek στο τουρκικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του şişmek στο τουρκικό.
Η λέξη şişmek στο τουρκικό σημαίνει φουσκώνω, διογκώνομαι, διαστέλλομαι, φουσκώνω, πρήζομαι, διογκώνομαι, φουσκώνω, φουσκώνω, πρήζομαι, φουσκώνω, πρήζομαι, φουσκώνω, κρέμομαι, πέφτω, φουσκώνω, πρήζομαι, φουσκώνω, φουσκώνομαι. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης şişmek
φουσκώνω
|
διογκώνομαι, διαστέλλομαι(karın, vb.) |
φουσκώνω
|
πρήζομαι, διογκώνομαι, φουσκώνω
|
φουσκώνω(havayla) |
πρήζομαι
|
φουσκώνω
|
πρήζομαι, φουσκώνω
Ο αστράγαλος της Γουέντι πρήστηκε αφού γλίστρησε στα βρεγμένα βράχια. |
κρέμομαι, πέφτω
Φορούσε ένα παλτό που φούσκωνε πάνω από τη μέση. |
φουσκώνω, πρήζομαι
|
φουσκώνω, φουσκώνομαι
|
Ας μάθουμε τουρκικό
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του şişmek στο τουρκικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο τουρκικό.
Ενημερωμένες λέξεις του τουρκικό
Γνωρίζετε για το τουρκικό
Η τουρκική είναι μια γλώσσα που ομιλείται από 65-73 εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο, καθιστώντας την την πιο συχνά ομιλούμενη γλώσσα στην οικογένεια των Τούρκων. Αυτοί οι ομιλητές ζουν κυρίως στην Τουρκία, με μικρότερο αριθμό στην Κύπρο, τη Βουλγαρία, την Ελλάδα και αλλού στην Ανατολική Ευρώπη. Τα τουρκικά μιλούν επίσης πολλοί μετανάστες στη Δυτική Ευρώπη, ειδικά στη Γερμανία.